Γράφει ο Μανώλης Πέπονας.
Έπειτα
από μια σειρά καταγγελιών εναντίον της
οθωμανικής καταπίεσης, ο λαός της Κρήτης
αποφάσισε να κηρύξει την επανάστασή
του στις 21 Αυγούστου 1866. Με το σύνθημα
«Ένωσις ή Θάνατος» και αρχηγούς τους
Ιωάννη Ζυμβρακάκη (Χανιά), Πάνο Κορωναίο
(Ρέθυμνο) και Μιχαήλ Κόρακα (Ηράκλειο),
ένοπλες ομάδες συγκροτήθηκαν σε ολόκληρο
το νησί. Οι μάχες σύντομα γενικεύθηκαν.
Ένα
από τα κύρια επαναστατικά κέντρα υπήρξε
η Ιερά Μονή Αρκαδίου, η οποία χρησιμοποιήθηκε
ως αποθήκη εφοδίων, καταφύγιο των
χριστιανών καταδιωκόμενων και κέντρο
της τοπικής επαναστατικής επιτροπής.
Στις
6 Νοεμβρίου 1866, έξω από το μοναστήρι
κατέφθασε οθωμανική δύναμη 15.000 ανδρών
υπό τον Μουσταφά Πασά. Απέναντί τους
βρίσκονταν 966 άτομα, τα περισσότερα εκ
των οποίων γυναικόπαιδα ή υπερήλικες.
Την 250 ανδρών φρουρά διοικούσε ο
ανθυπολοχαγός Ιωάννης Δημακόπουλος, ο
οποίος ξεκίνησε να δέχεται την εχθρική
πίεση το πρωί της 8ης Νοεμβρίου. Οι
αμυνόμενοι προέβαλλαν ισχυρή αντίσταση
προξενώντας απώλειες στους αντιπάλους
τους, ωστόσο η έλευση του οθωμανικού
πυροβολικού έκρινε την αναμέτρηση: οι
άνδρες του Μουσταφά εισήλθαν στη μονή,
όπου ο Κωστής Γιαμπουδάκης (ή, σύμφωνα
με άλλες πηγές, ο Εμμανουήλ Σκουλάς)
ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη σκοτώνοντας
αρκετούς εξ αυτών. Από την άλλη πλευρά,
όλοι σχεδόν οι αμυνόμενοι βρήκαν τον
θάνατο κατά τη διάρκεια της μάχης ή τις
μετέπειτα εκτελέσεις. Το «Ολοκαύτωμα
του Αρκαδίου»
έλαβε σπουδαίες συμβολικές διαστάσεις
σε ολόκληρη της Ευρώπη, δεν κατάφερε
όμως να ανατρέψει τους συσχετισμούς
δυνάμεων. Μοιραία, η Κρητική Επανάσταση
έληξε τον Ιανουάριο του 1869, έπειτα από
τρία περίπου χρόνια αγώνων.
Η είδηση της
πτώσης του Αρκαδίου έφτασε αρκετά αργά
στην Αθήνα. Αρχικά, οι ελληνικές εφημερίδες
έκαναν λόγο για νίκη των επαναστατών
επί του Μουσταφά. Η εφημερίδα Αιών για
παράδειγμα, φιλοξενούσε στις 12 Νοεμβρίου
1866 επιστολή, η οποία ανέφερε τα εξής:
Τη 8 ή 9, καθ' α πάντες ενταύθα, Χριστιανοί τε και Τούρκοι βεβαιούσιν, ο αρχηγός Κορωναίος λαμπράν ενίκησε νίκην κατά του Μουσταφά Πασσά. Ήτον ο Κορωναίος ωχυρομένος εν τη Μονή Αρκαδίου, κειμένη εν τη επαρχία Ρεθύμνης. Επειδή δε αυτός μεν είχεν ολίγους περί εαυτόν, ο δ' εχθρός πολλούς, και με το λιανοτούφεκον η θήρα του θα ήτο πολύ πενιχρά, εσκέφθη, ότι έπρεπε να εύρη μέσον ανάλογον εχθρού τοιούτου, οίος ο Μουσταφά Πασσάς, και αντάξιον ταύτης υψηλότητος. Κατεσκεύασε λοιπόν περί την Μονήν τρεις υπονόμους. Οι Τούρκοι, μη φανταζόμενοι, ότι τοιούτους αστεϊσμούς διάθεσιν και μέσα έχουσι να κάμωσι οι επαναστάται, οίτινες πάντοτε παραπονούνται, ότι στερούνται πολεμοφοδίων, επλησίασαν ατάραχοι προς την Μονήν, εις ην προεχώρουν όσω έβλεπον, ότι το εχθρικόν πυρ εχαλαρούτο. Αίφνης, τρομεράς εκρήξεως γενομένης, πολλαί εκατοντάδες σαρικίων και σαλβαρίων ετινάχθησαν εις τον αέρα. Μετά την τρομεράν εκείνη στιγμήν, βροχή ποδών, κεφαλών, χειρών, όπλων, λίθων και παντοίου είδους αμόρφων αντικειμένων έπεσεν εξ ουρανού και εκάλυψε το ανοιχθές χάσμα, «Αλλάχ! Αλλάχ!» ανεφώνησαν οι Οσμανλίδες. «Τί; οι Σεϊτάνιδες της Σαντορίνης ήλθον εδώ και μας διώκουν;» Όσοι επέζησαν από την καταστροφήν ταύτην, ετράπησαν εις φυγήν, διωκόμενοι μετά πείσματος υπό των ανδρείων Ελλήνων, διαπερώμενοι τους νεφρούς υπό της εχθρικής λόγχης. Εις μάτην ο Μουσταφάς εφώνει αυτούς να σταθώσιν, εις μάτην οι αξιωματικοί δια του ξίφους προσεπάθουν ν' αναχαιτίσωσι την φυγήν των. Τέλος, μετά ημίσειαν ώραν, εστάθησαν ολίγον, ίνα αναπνεύσωσιν ελευθέρως. Πλην αδύνατον εστάθη να πεισθώσιν, ίνα επανέλθωσι κατά του εχθρού. Εδέησε λοιπόν ο Μουσταφάς να παραλάβη το πεφοβισμένον ποίμνιόν του και να το οδηγήση μακράν εις την επαρχίαν Αποκορώνων. Σήμερον δε, ή αύριον, η Υψηλότης του επανέρχεται ενταύθα, περαιώσας ούτω και την εκστρατείαν ταύτην, ήτις είναι η τρίτη από της ενάρξεως της επαναστάσεως.(Αιών, 14 Νοεμβρίου 1866, σ. 1)
Είναι άγνωστο
το γιατί τέτοιες πληροφορίες
δημοσιεύτηκαν σε ένα τόσο δημοφιλές
έντυπο. Επρόκειτο άραγε για λάθος κάποιου
αυτόπτη μάρτυρα που δεν παρακολούθησε
την τελική έκβαση της μάχης; Ή μήπως η
εφημερίδα επιχείρησε να αναπτερώσει
το ηθικό των αναγνωστών της χαλκεύοντας
τις διαθέσιμες πηγές; Στην παράθεση αυτών των ερωτημάτων
αξίζει ίσως να προστεθεί το γεγονός πως ανάλογες
ειδήσεις περί νίκης των χριστιανών
διέδωσαν οι περισσότερες αθηναϊκές
εφημερίδες.
Όποιες όμως
κι αν ήταν οι προθέσεις τους, το αποτέλεσμα
δεν άργησε να διαφανεί. Στις 29 Νοεμβρίου
1866 για παράδειγμα, η Εθνεγερσία κατέγραφε:
Καθ' εκάστην νέας πληροφορίας εκ Ρεθύμνης λαμβάνομεν, καθ' ας το εν Αρκαδίω δράμα παρίσταται τραγικώτατον. 996 ψυχαί ήσαν τα εν αυτώ θύματα και όχι 540 ως κατ' αρχάς εμάθομεν. εξ αυτών δε 250 ήσαν άνδρες πολεμισταί, τα δε λοιπά ήσαν γυναίκες, παίδες και γέροντες. Εξ όλων τούτων εσώθησαν μόνον 33 άνδρες και 61 γυναικόπαιδα, υπό δε τα ερείπια της Μονής 874 μάρτυρες έπεσον, 28 πολεμισταί ευρισκόμενοι εν τω εστιατορίω της Μονής δεν είχον πάθει υπό της εκρήξεως, αλλ' επί πολλάς ώρας καρτερικώτατα μαχόμενοι εξήντλησαν τα πολεμοφόδιά των. Μετά δε τούτο έκαμαν προτάσεις περί παραδόσεως, αλλ' οι άπιστοι καίπερ ορκισθέντες εις των Μωάμεθ και εις την κεφαλήν του Σουλτάνου ότι δεν θα τους κακοποιήσωσι, παρασπονδήσαντες έσφαξαν άπαντας τους παραδοθέντας. Πολλούς δε πολεμιστάς εκ των αιχμαλωτισθέντων ή άλλους μη δυνάμενους να εξακολουθήσωσι την εις Ρέθυμναν εικοσάωρον οδοιπορίαν έσφαξαν καθ' οδόν.(Εθνεγερσία, 29 Νοεμβρίου 1866, σ. 1)
Πράγματι,
εκατοντάδες άνθρωποι -μεταξύ των οποίων
ο Δημακόπουλος και ο ηγούμενος της
μονής- σκοτώθηκαν στη σύγκρουση του
Αρκαδίου, πολεμώντας για την ένωση της
Κρήτης με την Ελλάδα. Η ηρωική τους αντίσταση συνέβαλλε καθοριστικά στην επιτυχή λύση του ζητήματος, η οποία επήλθε μισό αιώνα αργότερα.
Γενική βιβλιογραφία
Τσερεβελάκης, Γεώργιος. Κρητικές Επαναστάσεις. Οι αγώνες για την ελευθερία από το 1204 έως το 1898, Αθήνα: Περισκόπιο, 2009
Μανουσάκης, Γιώργης. Κρητικές επαναστάσεις 1821-1905, Χανιά: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών "Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος", 2009
Μωραΐτης, Κάρολος Ε. Ιωάννης Δημακόπουλος: 1833-1866. Ο ηρωικός φρούραρχος της Ιεράς Μονής Αρκαδίου, Αθήνα: Πελασγός, 2007
Κονδυλάκης, Ιωάννης. Η ολοκαύτωσις του Αρκαδίου, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Φέξη, 1904